Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „živcirati“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

I . živcíra|ti <-m; živciral> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ οικ

II . živcíra|ti ΡΉΜΑ εξακολ αυτοπ ρήμα

živcirati živcírati se οικ:

Παραδειγματικές φράσεις με živcirati

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
V vsem ji ugodi, njo pa začne živcirati njegova pretirana ustrežljivost in tolerantnost.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "živcirati" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina