risalito στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για risalito στο λεξικό Ιταλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Ιταλικά)

I.risalire ΡΉΜΑ trans (ripercorrere)

II.risalire ΡΉΜΑ intr

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για risalito στο λεξικό Ισπανικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Ισπανικά)

risalito Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

ha risalito la china fig

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Da qui si prosegue attraverso facili pietraie e dopo aver risalito un ripido canalino si raggiunge la vetta.
it.wikipedia.org
La gara venne interrotta per incidente, col nordirlandese che era risalito in ottava posizione.
it.wikipedia.org

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski