Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψαμμόφυτο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψαμμόφυτο [psaˈmɔfitɔ] SUBST ουδ ΟΙΚΟΛ

ψαμμόφυτο
Psammophyt αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский