Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „χρονιάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χρονιά|ζω <-σα> [xrɔˈɲazɔ] VERB αμετάβ

χρονιάζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский