Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φορτωτής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φορτωτής [fɔrtɔˈtis] SUBST αρσ

1. φορτωτής (εργάτης):

φορτωτής
Ladearbeiter αρσ

2. φορτωτής (αποστολέας φορτίου):

φορτωτής
Befrachter αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский