Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φορολόγηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φορολόγησ|η <-εις> [fɔrɔˈlɔjisi] SUBST θηλ

φορολόγηση
Besteuerung θηλ
άμεση φορολόγηση
άμεση φορολόγηση
αναδρομική φορολόγηση
γενική φορολόγηση
διπλή φορολόγηση
Abgabensystem ουδ
φορολόγηση κερδών

Παραδειγματικές φράσεις με φορολόγηση

άμεση φορολόγηση
αναδρομική φορολόγηση
γενική φορολόγηση
διπλή φορολόγηση
φορολόγηση κερδών

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский