Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φλομώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . φλομώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [flɔˈmɔnɔ] VERB μεταβ

1. φλομώνω (ψάρια):

φλομώνω

2. φλομώνω (την ατμόσφαιρα):

φλομώνω

3. φλομώνω μτφ (με φλυαρία):

φλομώνω

II . φλομώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [flɔˈmɔnɔ] VERB αμετάβ

1. φλομώνω (κοντεύω να σκάσω):

φλομώνω

2. φλομώνω (χλομιάζω):

φλομώνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский