Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φλοκάτη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φλοκάτα [flɔˈkata], φλοκάτη [flɔˈkati] SUBST θηλ

1. φλοκάτα (κάπα):

2. φλοκάτα (κουβέρτα):

Wolldecke θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский