Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φιλοτεχνία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φιλοτεχνία [filɔtɛxˈnia] SUBST θηλ

1. φιλοτεχνία (αγάπη για την τέχνη):

φιλοτεχνία
Liebe θηλ zur Kunst

2. φιλοτεχνία (τεχνική επιμέλεια):

φιλοτεχνία
Kunstverstand αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский