Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φασόλι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φασόλι [faˈsɔli] SUBST ουδ

φασόλι
Bohne θηλ
φασόλι Ισπανίας
Feuerbohne θηλ
ξηρό κόκκινο φασόλι
rote Kidneybohne θηλ
μαύρο φασόλι
schwarze Bohne θηλ
μαυρομάτικο φασόλι
φασόλι πιντό
Pintobohne θηλ
χλωρό φασόλι
grüne Bohne θηλ
(μαύρο) φασόλι μούνγκο
(schwarze) Mungobohne θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με φασόλι

χλωρό φασόλι
grüne Bohne θηλ
φασόλι πιντό
Pintobohne θηλ
φασόλι Ισπανίας
Feuerbohne θηλ
μαύρο φασόλι
(μαύρο) φασόλι μούνγκο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский