Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υποφερτός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υποφερτ|ός <-ή, -ό> [ipɔfɛrˈtɔs] ΕΠΊΘ

1. υποφερτός (που υποφέρεται):

υποφερτός

2. υποφερτός (καλούτσικος):

υποφερτός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский