Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υποπτεύομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υποπτεύ|ομαι <-τηκα> [ipɔˈptɛvɔmɛ] VERB αποθ ρήμα μεταβ

Παραδειγματικές φράσεις με υποπτεύομαι

υποπτεύομαι κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский