Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τύπωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τύπωσ|η <-εις> [ˈtipɔsi] SUBST θηλ

1. τύπωση ΤΥΠΟΓΡ:

τύπωση
Druck αρσ

2. τύπωση (σε σκληρή ύλη):

τύπωση
Prägen ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский