Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τριχίδιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τριχίδιο [triˈçiðiɔ] SUBST ουδ

1. τριχίδιο ΒΟΤ (πρωτοπλάσματος):

τριχίδιο

ιδιωτισμοί:

Wurzelhaare ουδ πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский