Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τραπεζίτης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τραπεζίτης [trapɛˈzitis] SUBST αρσ

1. τραπεζίτης ΧΡΗΜΑΤΟΠ:

τραπεζίτης
Bankier αρσ

2. τραπεζίτης (δόντι):

τραπεζίτης
Backenzahn αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский