Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τονωτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τονωτικ|ός <-ή, -ό> [tɔnɔtiˈkɔs] ΕΠΊΘ

τονωτικός
stärkend, Stärkungs-
τονωτικός του κυκλοφορικού

Παραδειγματικές φράσεις με τονωτικός

τονωτικός του κυκλοφορικού

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский