Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τελάρο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τελάρο [tɛˈlarɔ] SUBST ουδ

1. τελάρο (πλαίσιο):

τελάρο
Rahmen αρσ

2. τελάρο (για κέντημα):

τελάρο
Stickrahmen αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский