Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συντήρηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συντήρησ|η <-εις> [sinˈdirisi] SUBST θηλ

1. συντήρηση (διατήρηση, διαφύλαξη):

συντήρηση
Erhaltung θηλ

2. συντήρηση (τροφής):

συντήρηση
Aufbewahrung θηλ
Haltbarkeit θηλ

3. συντήρηση (αυτοκινήτου, μηχανής):

συντήρηση
Wartung θηλ
συντήρηση του αυτοκινήτου
Autowartung θηλ
συντήρηση του αυτοκινήτου
Wartung θηλ des Autos

4. συντήρηση (μηχανημάτων: από ειδικούς):

συντήρηση

5. συντήρηση (τα απαραίτητα για τη ζωή):

συντήρηση
Unterhalt αρσ
συντήρηση της οικογένειας

Παραδειγματικές φράσεις με συντήρηση

συντήρηση θηλ κτιρίου ΝΟΜ
συντήρηση του αυτοκινήτου
συντήρηση της οικογένειας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский