Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συναιρώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συν|αιρώ <-αιρείς, -αίρεσα, -αιρέθηκα, -αιρεμένος [ή -ηρημένος] > [sinɛˈrɔ] VERB μεταβ

συναιρώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский