Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συγκεφαλαιωτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συγκεφαλαιωτικ|ός <-ή, -ό> [siɲɟɛfalɛɔtiˈkɔs] ΕΠΊΘ

συγκεφαλαιωτικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский