Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στρόβιλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στρόβιλος [ˈstrɔvilɔs] SUBST αρσ

1. στρόβιλος (ανέμου):

στρόβιλος
Wirbel αρσ
πολικός στρόβιλος
Polarwirbel αρσ

2. στρόβιλος (νερού):

στρόβιλος
Strudel αρσ

3. στρόβιλος (είδος ανέμου):

στρόβιλος
Wirbelwind αρσ

4. στρόβιλος ΜΗΧΑΝΙΚΉ:

στρόβιλος
Turbine θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με στρόβιλος

πολικός στρόβιλος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский