Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στοργή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στοργή [stɔrˈji] SUBST θηλ

1. στοργή (αγάπη):

στοργή
Liebe θηλ
με στοργή

2. στοργή (αφοσίωση):

στοργή
Zuwendung θηλ

3. στοργή (τρυφερότητα):

στοργή
Zärtlichkeit θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με στοργή

με στοργή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский