Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στολισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στολισμός [stɔlizˈmɔs] SUBST αρσ (διακόσμηση)

στολισμός
Dekoration θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский