Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σμάλτο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σμάλτο [ˈzmaltɔ] SUBST ουδ

1. σμάλτο (επίχρισμα):

σμάλτο
Email ουδ

2. σμάλτο (δοντιού):

σμάλτο του δοντιού
Zahnschmelz αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με σμάλτο

σμάλτο του δοντιού

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский