Ελληνικά » Γερμανικά

σλοβενικ|ός <-ή, -ό> [slɔvɛniˈkɔs] ΕΠΊΘ

σλοβενικός

σλοβένικ|ος <-η, -ο> [slɔˈvɛnikɔs] ΕΠΊΘ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский