Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σκαμπιλίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σκαμπιλί|ζω <-σα> [skambiˈlizɔ] VERB μεταβ

σκαμπιλίζω
σκαμπιλίζω κάποιον

Παραδειγματικές φράσεις με σκαμπιλίζω

σκαμπιλίζω κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский