Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σιάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . σιά|ζω [ˈsçazɔ], σιά|χνω [ˈsçaxnɔ] <-ξα, -χητκα, -γμένος> VERB μεταβ

1. σιάζω (κάτι στραβό: λυγίζοντας):

σιάζω

2. σιάζω (σανίδι):

σιάζω

3. σιάζω (τακτοποιώ):

σιάζω

4. σιάζω (επισκευάζω):

σιάζω

II . σιά|ζω [ˈsçazɔ], σιά|χνω [ˈsçaxnɔ] <-ξα, -χητκα, -γμένος> VERB αμετάβ (τακτοποιούμαι: υπόθεση, δουλειά)

σιάζω

Παραδειγματικές φράσεις με σιάζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский