Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σάκος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σάκος [ˈsakɔs] SUBST αρσ

1. σάκος (μεγάλος):

σάκος
Sack αρσ
Müllsack αρσ
πλαστικός σάκος
Plastiksack αρσ

2. σάκος (μέτριος ή μικρός):

σάκος
Beutel αρσ
Müllbeutel αρσ
πλαστικός σάκος
Plastikbeutel αρσ

ιδιωτισμοί:

Sandsack αρσ
Punchingball αρσ
σάκος του γκολφ
Golftasche θηλ
σάκος ύπνου
Schlafsack αρσ
σάκος ύπνου (για μωρό)
Schneesack αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με σάκος

Müllsack αρσ
Sandsack αρσ
Schneesack αρσ
Kiemensack αρσ
σάκος του γκολφ
Golftasche θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский