Ελληνικά » Γερμανικά

ρυθμός [riθˈmɔs] SUBST αρσ

1. ρυθμός ΜΟΥΣ (βιολογικός):

ρυθμός
Rhythmus αρσ

2. ρυθμός ΑΡΧΙΤ (στιλ):

ρυθμός
Stil αρσ
Empirestil αρσ

3. ρυθμός (κίονα):

ρυθμός
δωρικός ρυθμός
ρυθμός ζωής αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με ρυθμός

ρυθμός αρσ μεταλλάξεων
ρυθμός αρσ αύξησης
ρυθμός αρσ αναπαραγωγής
Empirestil αρσ
δωρικός ρυθμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский