Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ρευματολόγος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ρευματολόγος [rɛvmatɔˈlɔɣɔs] SUBST mf

ρευματολόγος
Rheumatologe αρσ (Rheumatologin) θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский