Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ρεμπελιό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ρεμπελιό [rɛbɛˈʎɔ] SUBST ουδ

1. ρεμπελιό (τεμπελιό):

ρεμπελιό
Faulenzerei θηλ

2. ρεμπελιό (εξέγερση):

ρεμπελιό
Aufstand αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский