Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προϊστάμενός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προϊστάμενος (προϊσταμένη) [prɔisˈtamɛnɔs, prɔistaˈmɛni] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με προϊστάμενός

ο άμεσος προϊστάμενός του

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский