Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προσαύξηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προσαύξησ|η <-εις> [prɔˈsafksisi] SUBST θηλ

προσαύξηση
Erhöhung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский