Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προοίμιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προοίμιο [prɔˈimiɔ] SUBST ουδ

1. προοίμιο (εισαγωγή):

προοίμιο
Einleitung θηλ

2. προοίμιο (προανάκρουσμα):

προοίμιο
Vorspiel ουδ

3. προοίμιο (προμήνυμα):

προοίμιο
Vorzeichen ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский