Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πριμ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πριμ [prim] SUBST ουδ αμετάβλ

Παραδειγματικές φράσεις με πριμ

μικτό πριμ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский