πορτοφόλι [pɔrtɔˈfɔli] SUBST ουδ
-
Portemonnaie ουδ
-
Geldbörse θηλ
-
Geldbeutel αρσ
-
ηλεκτρονικό πορτοφόλι Η/Υ
-
E-Geldbörse θηλ
-
Kreditkartenetui ουδ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.