Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ποντικοφαγωμένος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ποντικοφαγωμέν|ος <-η, -ο> [pɔndikɔfaɣɔˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

ποντικοφαγωμένος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский