Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: πολυθεϊστής , πολυθεϊστικός , πολυκαιρία και πολυθεΐα

πολυθεϊστής (πολυθεΐστρια) [pɔliθɛisˈtis, pɔliθɛˈistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

πολυθεϊστής (πολυθεΐστρια)
Polytheist(in) αρσ (θηλ)

πολυθεϊστικ|ός <-ή, -ό> [pɔliθɛistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

πολυθεΐα [pɔliθɛˈia] SUBST θηλ

πολυκαιρία [pɔlicɛˈria] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский