Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πιτσιρίκος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πιτσιρίκ|ος (-α) [pitsiˈrik|ɔs -a] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

πιτσιρίκος (-α)
Knirps αρσ
πιτσιρίκος (-α)
kleines Mädchen ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский