Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „περόνη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

περόνη [pɛˈrɔni] SUBST θηλ

1. περόνη (καρφίτσα):

περόνη
Nadel θηλ

2. περόνη ΑΝΑΤ:

περόνη
Wadenbein ουδ

3. περόνη (πιρούνι):

περόνη
Gabel θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский