Ελληνικά » Γερμανικά

περιέχω [pɛriˈɛxɔ] VERB μεταβ ohne Aoriststamm

περιέχω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский