Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: πελάτης , πελατεία , πλάτη και πελτές

πελάτης (πελάτισσα) [pɛˈlatis, pɛˈlatisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

2. πελάτης (γιατρού):

Patient(in) αρσ (θηλ)

3. πελάτης (δικηγόρου):

Mandant(in) αρσ (θηλ)
Klient(in) αρσ (θηλ)

πελατεία [pɛlaˈtia] SUBST θηλ

2. πελατεία (δικηγόρου):

Klientel θηλ

πελτές

πελτές s. μπελτές

Βλέπε και: μπελτές

μπελτ|ές <-έδες> [bɛlˈtɛs] SUBST αρσ

πλάτη [ˈplati] SUBST θηλ

2. πλάτη (ωμοπλάτη):

Schulterblatt ουδ

3. πλάτη (ώμος):

Schulter θηλ

4. πλάτη (καθίσματος):

Rückenlehne θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский