Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πείραμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πείραμα [ˈpirama] SUBST ουδ

πείραμα
Experiment ουδ
πείραμα
Versuch αρσ
επιχειρώ ένα πείραμα
εργαστηριακό πείραμα
Laborversuch αρσ
εργαστηριακό πείραμα
τυφλό πείραμα
Blindversuch αρσ
τυχαίο πείραμα ΣΤΑΤ

Παραδειγματικές φράσεις με πείραμα

παραγοντικό πείραμα ΣΤΑΤ
τυφλό πείραμα
τυχαίο πείραμα ΣΤΑΤ
επιχειρώ ένα πείραμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский