Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: παροδικός , παροικία , παρομοίως , παροξύνω , παροιμία και πάροικος

παροδικ|ός <-ή, -ό> [parɔðiˈkɔs] ΕΠΊΘ

παροικία [pariˈcia] SUBST θηλ

πάροικος [ˈparikɔs] SUBST mf

Ausländer(in) αρσ (θηλ)

παροιμία [pariˈmia] SUBST θηλ

παροξύν|ω <-α, -θηκα> [parɔˈksinɔ] VERB μεταβ (την κατάσταση)

παρόμοια [paˈrɔmia], παρομοίως [parɔˈmiɔs] ΕΠΊΡΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский