Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πέραμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πέραμα [ˈpɛrama] SUBST ουδ

1. πέραμα (διαβατό μέρος):

πέραμα
Furt θηλ

2. πέραμα (μέσο για διάβαση):

πέραμα
Fähre θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский