Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „οφθαλμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

οφθαλμός [ɔfθalˈmɔs] SUBST αρσ

οφθαλμός
Auge ουδ
σύνθετος οφθαλμός ΖΩΟΛ
Facettenauge ουδ
σύνθετος οφθαλμός ΖΩΟΛ
Komplexauge ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με οφθαλμός

σύνθετος οφθαλμός ΖΩΟΛ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский