Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „οπισθοχωρώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

οπισθοχωρ|ώ <-είς, -ησα> [ɔpisθɔxɔˈrɔ] VERB αμετάβ

οπισθοχωρώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский