Ελληνικά » Γερμανικά

οκτώ

οκτώ s. οχτώ

Βλέπε και: οχτώ

οχτώ [ɔxˈtɔ], οκτώ [ɔkˈtɔ] NUM

οχτώ [ɔxˈtɔ], οκτώ [ɔkˈtɔ] NUM

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский