Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξεπέφτω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ξεπέ|φτω <-σα, -σμένος> [ksɛˈpɛftɔ] VERB αμετάβ

ξεπέφτω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский