Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξέστρωτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ξέστρωτ|ος <-η, -ο> [ˈksɛstrɔtɔs] ΕΠΊΘ

1. ξέστρωτος (τραπέζι):

ξέστρωτος

2. ξέστρωτος (κρεβάτι):

ξέστρωτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский